Η 25η Μαρτίου αποτελεί μια από τις πιο σημαδιακές ημερομηνίες για τον ελληνισμό, καθώς συνδυάζει δύο σημαντικούς εορτασμούς: τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Αυτή η διπλή γιορτή συνδέει στενά τη θρησκευτική πίστη με την εθνική συνείδηση, αποτυπώνοντας τη βαθιά σχέση της ελληνικής κοινωνίας με την Ορθοδοξία και την επιθυμία για ελευθερία.
Η θρησκευτική σημασία
Η 25η Μαρτίου είναι αφιερωμένη στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, δηλαδή την αναγγελία από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ προς την Παναγία ότι θα γεννήσει τον Υιό του Θεού, τον Ιησού Χριστό. Αυτό το γεγονός, σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησία, σηματοδοτεί την αρχή της Σάρκωσης του Λόγου και την ενσάρκωση της Θεότητας. Η γιορτή αυτή έχει τις ρίζες της στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, με αναφορές σε περιοχές όπως η Συρία, η Μικρά Ασία και η Κωνσταντινούπολη πριν το 431 μ.Χ. Το 560 μ.Χ., ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α’ καθιέρωσε επίσημα την 25η Μαρτίου ως ημέρα εορτασμού του Ευαγγελισμού.

Εθνική διάσταση
Στην ίδια ημερομηνία, η Ελλάδα τιμά την έναρξη της Επανάστασης του 1821 κατά του Οθωμανικού ζυγού. Η επιλογή της 25ης Μαρτίου για την έναρξη της Επανάστασης δεν ήταν τυχαία. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας, όρισε αυτή την ημέρα ως την κατάλληλη για την κήρυξη της ανεξαρτησίας, θεωρώντας ότι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου θα προσέφερε πνευματική δύναμη κι ευλογία στον αγώνα των Ελλήνων.
Μια σύμπλεξη θρησκευτικού κι εθνικού συμβολισμού
Η σύμπτωση αυτών των δύο σημαντικών γεγονότων σε μία ημέρα ενισχύει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της 25ης Μαρτίου. Από τη μια πλευρά, ο Ευαγγελισμός αντιπροσωπεύει την πνευματική διάσταση της ημέρας, υπενθυμίζοντας την πίστη και την ελπίδα του λαού. Από την άλλη, η Επανάσταση του ’21 προσθέτει την εθνική διάσταση, τονίζοντας την αγωνία για ελευθερία. Αυτός ο συνδυασμός δημιουργεί έναν ισχυρό συμβολισμό, που ενώνει το θρησκευτικό συναίσθημα με την εθνική υπερηφάνεια.
Φτάνοντας στο σήμερα…

Σήμερα, η 25η Μαρτίου εορτάζεται με ποικίλες εκδηλώσεις σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο. Πραγματοποιούνται μαθητικές και στρατιωτικές παρελάσεις, ενώ σε πολλές πόλεις διοργανώνονται πολιτιστικές εκδηλώσεις και αναπαραστάσεις ιστορικών γεγονότων. Αυτές οι εκδηλώσεις έχουν τόσο εκπαιδευτικό όσο και ψυχαγωγικό χαρακτήρα, ενισχύοντας τη συλλογική μνήμη και την εθνική ταυτότητα.
Γιατί τρώμε μπακαλιάρο;

Παραδοσιακά αυτή η ημέρα συνδέεται με την κατανάλωση μπακαλιάρου τηγανητού, ο οποίος σερβίρεται συνήθως με σκορδαλιά, και αποτελεί το βασικό πιάτο του εορταστικού τραπεζιού. Ο μπακαλιάρος, ο οποίος είναι σύμβολο της νηστείας της Σαρακοστής, απολαμβάνεται σε κάθε σπίτι και σε εστιατόρια, ενώ η συνταγή του παραμένει αμετάβλητη με τα χρόνια. Ωστόσο, ορισμένοι επιλέγουν και άλλες εορταστικές συνταγές, με πιο μοντέρνα πιάτα ή τοπικές γεύσεις που διαφοροποιούνται από περιοχή σε περιοχή.
Από την Καθαρά Δευτέρα μέχρι το Πάσχα, οι πιστοί ακολουθούν αυστηρούς κανόνες, όμως υπάρχουν στιγμές κατά τις οποίες η νηστεία «χαλαρώνει». Η πρώτη από αυτές τις εξαιρέσεις συμβαίνει στις 25 Μαρτίου, ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, μια ιδιαίτερα χαρμόσυνη γιορτή αφιερωμένη στην Παναγία. Για τη σημασία της ημέρας αυτής, επιτρέπεται η κατανάλωση ψαριού, ελαιολάδου και κρασιού. Επομένως, το έθιμο να τρώμε μπακαλιάρο στις 25 Μαρτίου συνδέεται με τη θρησκευτική αυτή εξαίρεση στη νηστεία.
Η παράδοση του μπακαλιάρου στην Ελλάδα χρονολογείται περίπου στο τέλος του 15ου αιώνα. Πολύ σύντομα, καθιερώθηκε ως το εορταστικό φαγητό της 25ης Μαρτίου, που επιβίωσε μέχρι τις μέρες μας. Η επιλογή του παστού μπακαλιάρου έγινε από τους προγόνους μας ως πρακτική ανάγκη. Ειδικά εκείνοι που ζούσαν μακριά από τη θάλασσα δεν είχαν εύκολη πρόσβαση σε φρέσκο ψάρι, ενώ η έλλειψη ψυγείων καθιστούσε την αποθήκευση του ψαριού δύσκολη. Έτσι, το παστό ψάρι αποτέλεσε την καλύτερη λύση για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών, δημιουργώντας μια παράδοση που φτάνει μέχρι σήμερα.