Στις 6 Ιουλίου 1907, γεννιέται η Μεξικανή ζωγράφος Μαγκνταλένα Κάρμεν Φρίντα Κάλο ι Καλντερόν, κόρη ενός άθεου Γερμανοεβραίου φωτογράφου και μιας Ισπανομεξικανής καθολικής.
Ακόμα και σε αυτές τις τυπικές πληροφορίες που συμπεριλαμβάνονται σε ένα βιογραφικό σημείωμα, η εκρηκτική Φρίντα Κάλο, η ζωγράφος που επηρεάστηκε από τη μεξικανική παράδοση αλλά και τον ρεαλισμό, τον συμβολισμό και τον υπερρεαλισμό, θα παρέμβει: θα αλλάξει τη χρονολογία της γέννησής της, ώστε να συμπίπτει με την έναρξη της Επανάστασης στο Μεξικό, το 1910, ενώ σύμφωνα με πηγές, η εβραϊκή καταγωγή του πατέρα της ήταν εφεύρημα που εξυπηρετούσε το αντιναζιστικό πνεύμα της κομμουνίστριας ζωγράφου.
Σε ηλικία έξι ετών, η Φρίντα θα προσβληθεί από πολιομυελίτιδα, που θα την αφήσει με το ένα της πόδι μικρότερο από το άλλο και ημιπαράλυτο. Με σκοπό να σπουδάσει ιατρική, εισέρχεται το 1922 στο Εθνικό Προπαρασκευαστικό Σχολείο της Πόλης του Μεξικού, όπου συναντά για πρώτη φορά τον Ντιέγκο Ριβέρα, που ζωγράφιζε μια τοιχογραφία στο αμφιθέατρο της σχολής.
Οι φεμινίστριες την έχουν λάβαρό τους, διότι είναι η μοναδική γυναίκα μέσα στον ωκεανό των ανδρών ζωγράφων. Οι ομοφυλόφιλοι τη θαυμάζουν, διότι είναι πρόσωπο του περιθωρίου που κατόρθωσε και ξεπέρασε όλα τα εμπόδια, σε πείσμα του κατεστημένου. Οι κομμουνιστές τη λατρεύουν, διότι υπήρξε δική τους.
Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών, ένα τρομερό ατύχημα θα την αναγκάσει να υποστεί τουλάχιστον τριάντα εγχειρήσεις, καθηλώνοντάς την στο κρεβάτι για χρόνια. Δεν θα απαλλαγεί ποτέ από τον πόνο, ούτε θα μπορέσει να αποκτήσει παιδιά. Αναρρώνοντας, ξεκινά μαθήματα ζωγραφικής. Το 1929 θα δείξει τα έργα της στον Ντιέγκο Ριβέρα και την ίδια χρονιά θα παντρευτούν.
Η σχέση της με τον Ριβέρα θα είναι σχέση ζωής: η Φρίντα αλλάζει εμφάνιση υιοθετώντας το ντύσιμο των ιθαγενών Τεχουάνα, που θα γίνει το σήμα κατατεθέν της, ενώ αλλάζει σταδιακά και τον τρόπο που ζωγραφίζει. Παραμένει δίπλα του παρότι και οι δύο έχουν εραστές – ο Λέον Τρότσκι είναι ο πιο διάσημος δικός της, ενώ ανάμεσα στις ερωμένες του ζωγράφου συγκαταλέγεται και η μικρότερη αδελφή της Φρίντα, Κριστίνα.
«Ο ελέφαντας και η περιστέρα», όπως είχε περιγράψει το ζευγάρι η μητέρα της Φρίντα Κάλο, θα χωρίσουν το 1939 για να ξαναπαντρευτούν έναν χρόνο αργότερα.
Η υγεία της ζωγράφου συνεχώς επιδεινώνεται, οι πίνακές της έχουν πρωταγωνίστρια την ίδια και τις πληγές της, ενώ αναζητά καταφύγιο στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά. Σκέπτεται συνεχώς την αυτοκτονία αλλά δεν το αποφασίζει για χάρη του Ριβέρα: «Η ματαιοδοξία μου, που με κάνει να νομίζω ότι μπορεί να του λείψω», όπως γράφει στο ημερολόγιό της, τη συγκρατεί.
Παρότι ο Αντρέ Μπρετόν θα ενθουσιαστεί με τη δουλειά της και θα την καλέσει να εκθέσει τα έργα της στο Παρίσι, περιγράφοντάς την ως «αυτοδίδακτη σουρεαλίστρια», η ίδια δεν θα αποδεχτεί τον τίτλο. «Δεν ζωγραφίζω όνειρα ή εφιάλτες, αλλά τη δική μου πραγματικότητα» θα τονίσει.
Το 1953 θα πραγματοποιηθεί η πρώτη της ατομική έκθεση στην Πόλη του Μεξικού, ενόσω η ίδια βρίσκεται στο νοσοκομείο. Φτάνει στα εγκαίνια με ασθενοφόρο και ξαπλωμένη σε ένα κρεβάτι στο κέντρο της αίθουσας συζητά με τους επισκέπτες. Λίγους μήνες αργότερα, στις 13 Ιουλίου 1954, πεθαίνει από πνευμονική εμβολή, σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή. Υπερβολική δόση ηρεμιστικών, θα είναι η ανεπίσημη και ανεπιβεβαίωτη, μέχρι σήμερα, φήμη.
Πέθανε η «Φρίντα Κάλο, καλλιτέχνις, γυναίκα του Ντιέγκο Ριβέρα» θα γράψουν οι New York Times για τη ζωγράφο που, όσο ζούσε, το πάθος της επισκίασε την τέχνη της. Τίποτα, τότε, δεν προμήνυε ακόμα τη μετά θάνατον δόξα που θα ακολουθούσε.
*Τον Μάιο του 2006, η αυτοπροσωπογραφία της, Roots (1943), πουλήθηκε για 5,62 εκατομμύρια δολάρια σε δημοπρασία των Sotheby’s στη Νέα Υόρκη
«Η Φρίντα Κάλο δεν αντιμετωπίζεται ως ζωγράφος ούτε από το κοινό, ούτε από τους κριτικούς. Οι φεμινίστριες την έχουν λάβαρό τους, διότι είναι η μοναδική γυναίκα μέσα στον ωκεανό των ανδρών ζωγράφων. Οι ομοφυλόφιλοι τη θαυμάζουν, διότι είναι πρόσωπο του περιθωρίου που κατόρθωσε και ξεπέρασε όλα τα εμπόδια, σε πείσμα του κατεστημένου. Οι κομμουνιστές τη λατρεύουν, διότι υπήρξε δική τους. Και ας προσθέσουμε εδώ το κύμα των διανοουμένων και δημοσιογράφων που αναζητούσαν (πριν από δυο-τρεις δεκαετίες) με μια κάποια αγωνία “την αυθεντική έκφραση της λαϊκής δημιουργίας”. Αυτά τα ρεύματα οδήγησαν στην περιβόητη “Φρινταμάνια”. Προέκυψε όχι απλώς μια βαθιά εκτίμηση του έργου της Φρίντα Κάλο, αλλά η χαρακτηριστική μορφή της σε ποτήρια, κούπες, πιάτα, σελιδοδείκτες, ρολόγια, ταπετσαρίες τοίχου, καθρέπτες τσέπης, κουτιά φωτογραφιών και ζαχαρωτών, τσάντες κ.λ.π
Παρόλο που ζωγράφισε περιστασιακά μερικά πορτρέτα από παραγγελία, η Κάλο δεν πούλησε πολλά έργα εν ζωή. Είχε μάλιστα μόνο μία ατομική έκθεση στη διάρκεια της ζωής της, στο Μεξικό, το 1953, μόλις έναν χρόνο πριν από τον θάνατό της, σε ηλικία 47 χρόνων. Σήμερα οι τιμές των έργων της ανέβηκαν στα ύψη: χάρη στη Μαντόνα έφθασε το 1 εκατομμύριο δολάρια. Τον Μάιο του 2006, η αυτοπροσωπογραφία της, Roots (Ρίζες), πουλήθηκε για 5,62 εκατομμύρια δολάρια σε δημοπρασία των Sotheby’s στη Νέα Υόρκη, σημειώνοντας ρεκόρ για έργο της Λατινικής Αμερικής και καθιστώντας τη Φρίντα κορυφαία γυναίκα ζωγράφο στην τέχνη.
Σήμερα πια κάθε έργο της βρίσκεται σε επίπεδα κοντινά στον Πικάσο και τους άλλους πρωταθλητές των τιμών στις δημοπρασίες. Η βιογραφία της πουλήθηκε σε εκατομμύρια αντίτυπα ως βιβλίο που τιμά τον Εθνικό Μήνα της Γυναίκας για τις φεμινίστριες, και ως ηχηρό χαστούκι στα μούτρα του καπιταλισμού, κατά άλλους.
Είναι αλήθεια ότι η λατρεία της Κάλο δεν οφείλεται μόνο σε αυτά, αλλά και σε τυχαία γεγονότα που τη σημάδεψαν στη ζωή της. Η Φρίντα έπαθε πολιομυελίτιδα παιδούλα. Στα 18 της χρόνια ένα τραμ συγκρούστηκε με το λεωφορείο όπου επέβαινε. Ένα μέταλλο τρύπησε την κοιλιά της και βγήκε από το αιδοίο της. Η σπονδυλική της στήλη έσπασε σε τρία σημεία. Έσπασαν επίσης πλευρά και λεκάνη, ενώ το ένα της πόδι έγινε κομμάτια. Και όμως, επέζησε. Και όχι μόνον αυτό αλλά έγινε και ατίθαση ερωμένη. Από τον Ντιέγκο Ριβέρα ως τον Τρότσκι, πέρασε με άνεση μέσα από τον έρωτα πολλών ανδρών αλλά και γυναικών.
Πέραν όμως από τα προσωπικά της θέματα και προβλήματα, τι σημαίνει για την τέχνη σήμερα η Φρίντα Κάλο; Αφού οι ζωγράφοι της εποχής ανακάλυψαν και υιοθέτησαν τη γιαπωνέζικη και την αφρικανική τέχνη, ήταν επόμενο να γίνει δεκτή με επαίνους μια ζωγραφική που στηρίζεται (ή αυτό λέει) στην αρχαία μεξικανική παράδοση. Οι πίνακές της, ριζωμένες σε μεξικάνικα πορτρέτα του 19ου αιώνα, ενσωμάτωσαν στοιχεία της μεξικανικής ποπ κουλτούρας και του προκολομβιανού πρωτογονισμού.
Η ανταπόκρισή της στο αίτημα της τέχνης ήταν, λοιπόν, ουσιαστική. Κι αυτό δεν το χρωστάει στον για ένα φεγγάρι εραστή της, τον Αντρέ Μπρετόν, αλλά στην ουσία της μοντέρνας τέχνης, όπως την εξέφρασε ο Έζρα Πάουντ, στρέφοντας την προσοχή μας στους Ιάπωνες, τους Κινέζους, αλλά και στους μεσαιωνικούς τροβαδούρους, αναζητώντας μιαν άλλη αυθεντικότητα. Δεν νομίζω ότι θα άξιζε να πέσουμε σε ψυχαναλυτική ερμηνεία του έργου της, ούτε στην πολιτική αντιδικία μαζί της, όπως έκανε ο περίφημος συμπατριώτης της, ποιητής Οκτάβιο Παζ. Μπορεί κανείς να δει ένα έργο της χωρίς να τον επηρεάζει η αναπηρία της ή ο χαρακτήρας της; Αυτό έχει σημασία».
Lifo.gr