Η Kristine δεν ήταν καθόλου σίγουρη ότι θα κατάφερνε ποτέ να αποκτήσει δικά της παιδιά. Μόνη και γύρω στα 40, είχε αρχίσει να σκέφτεται σοβαρά ότι δεν θα γινόταν ποτέ μητέρα. Μέχρι που γνώρισε τον σύζυγό της. Για εκείνον, το να αποκτήσει παιδί ήταν προτεραιότητα και -πολύ γρήγορα έγινε και δική της. Όμως, στα 44 της η Kristine ήξερε ότι το να συλλάβει ήταν αν όχι άθλος, τουλάχιστον μία πρόκληση υψηλού ρίσκου. Πολύ σύντομα βρέθηκε με τον γιατρό που θα αναλάμβανε τη δική της περίπτωση, ταυτόχρονα να προγραμματίζει τον γάμο και να πρέπει να αντιμετωπίσει και μερικές κουβέντες αναφορικά με το μήπως αποφάσιζε να γίνει μητέρα σε πολύ μεγάλη ηλικία…Και φυσικά είχε ελάχιστο χρόνο για να σκεφτεί μερικά βασικά πράγματα και να καταλήξει σε οριστικά συμπεράσματα. Όπως το ότι:
«Υπήρξα ελεύθερη και χωρίς παιδιά μέχρι τα 40 μου. Γιατί η ζωή μου είχε οργανωθεί έτσι, που δεν υπήρχε χώρος, ούτε σκέψη για την απόκτηση ενός παιδιού και φυσικά τα είχε βρει απολύτως με αυτό το ενδεχόμενο. Μετά γνώρισα τον άντρα μου που ήθελε παιδιά. Και επειδή τον ερωτεύτηκα, άρχισα να θέλω κι εγώ. Αλλά ήξερα ότι η ηλικία θα ήταν μέγα ζήτημα. Ήμουν 44. Αποφασίσαμε να προσπαθήσουμε πριν παντρευτούμε. Όπως αποφασίσαμε να ακούσουμε όλα τα ενδεχόμενα από ειδικούς και αναφορικά με το ζήτημα της γονιμότητας σ’ αυτή την ηλικία. Δεν λέω, ήταν διαφωτιστικό όλο αυτό το ταξίδι, αλλά ταυτόχρονα τρομακτικό. Αλλά θέλαμε να προσπαθήσουμε.
Και ξεκίνησαν οι εξετάσεις επί εξετάσεων πριν υποβληθώ σε θεραπεία γονιμότητας και αυτές οι εξετάσεις έδειξαν ένα ινομύωμα το οποίο έπρεπε να αφαιρεθεί και να προσπαθήσουμε εκ νέου μετά. Για την ακρίβεια, δύο μήνες μετά. Όπου έπρεπε να παρακολουθώ την ωορρηξία μου, λες και δεν είχαμε οτιδήποτε άλλο να κάνουμε στη ζωή μας, μέσα στη μέρα μας όλη, για να μπορέσουμε να εκμεταλλευθούμε τη στιγμή… Αποφασίσαμε να μην τρελαθούμε τελείως. Πήγαμε διακοπές για να δούμε λίγο τις οικογένειες μας και επιστρέψαμε μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων, τον Ιανουάριο. Τότε συνειδητοποίησα ότι έχω καθυστέρηση. Δεν μου επέτρεψα να ενθουσιαστώ, ήταν ακόμη νωρίς και κυρίως δεν είχα καν ξεκινήσει τη θεραπεία γονιμότητας. Το τεστ εγκυμοσύνης βγήκε θετικό, ωστόσο αποφάσισα να περιμένω για να σιγουρευτώ.
Τώρα είναι 3 και είμαι 48 ετών και για να είμαι ειλικρινής κάποτε -ναι- νιώθω μεγάλη. Όμως, η υπομονή μου είναι εκεί, παρούσα. Και αυτό με βοηθάει να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της ακόμη καλύτερα. Όπως και η συμβουλή της μητέρας μου να κάνω αυτό που ξέρω και όχι αυτό που μου λένε οι άλλοι γύρω μου.
Μπαίνοντας στην ψυχολογία της εγκυμονούσας. Το να βρω γιατρό που να ανταποκρίνεται στις δικές μου ανάγκες ήταν τουλάχιστον πρόκληση. Η προχωρημένη ηλικία και το ιστορικό με τα ινομυώματα αυτομάτως με καθιστούσε ασθενή υψηλού ρίσκου. Οπότε έπρεπε να βρω κάποιον που όντως θα ήθελε να με αναλάβει. Μετά από πολλή αναζήτηση, έρευνα και γιατρούς που με απέρριψαν, κατέληξα σε ένα κέντρο με επιστημονικό προσωπικό ειδικευμένο σε περιπτώσεις σαν τη δική μου.
Κάπου εδώ ας αναφέρω ότι στην οικογένεια μου είχα σταματήσει από καιρό να μιλώ για θέματα εγκυμοσύνης. Έτσι ποτέ δεν τους είπα ότι το τελευταίο διάστημα προσπαθούσα να μείνω έγκυος. Είμαστε καθολικοί, είναι παραδοσιακή οικογένεια και αν έμπαινα σε αυτή τη διαδικασία, από τη μητέρα του θα άκουγα στην καλύτερη περίπτωση ότι δεν επρόκειτο για τόσο καλή ιδέα. Αποφασίσαμε ότι θα τους το λέγαμε, αν ήμασταν απολύτως σίγουροι ότι όλα θα πήγαιναν καλά. Είχαμε αποφασίσει ότι θα το ανακοινώναμε ως δεδομένο, ως γεγονός που δεν σήκωνε καμία κριτική. Συνέβη αυτό και τέλος. Ένιωθα καλά, κυρίως γιατί σκεφτόμουν πώς ό,τι μπορούσε να έχει πάει στραβά μέχρι εδώ, όχι μόνο δεν είχε πάει, αλλά τα είχαμε καταφέρει μια χαρά. Όλα έδειχναν ότι θα φέρουμε στον κόσμο ένα υγιές μωρό -και παρά τις κάποιες αντίθετες φωνές γύρω μας- είχαμε την υποστήριξη που χρειαζόμασταν από φίλους και οικογένεια.
Όλα πήγαιναν καλά μέχρι το δεύτερο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, όπου ήμασταν τρελά απασχολημένοι με τις προετοιμασίες του γάμου. Θα μέναμε στη Νέα Υόρκη, θα παντρευόμασταν στο Λος Άντζελες, αισθανόμουν ακόμη μια χαρά, μέχρι που κατά τη διάρκεια μίας εξέτασης ρουτίνας με ενημέρωσαν ότι ο πλακούντας αναπτυσσόταν μέσα στη μήτρα και αυτό μπορεί να παρουσίαζε επιπλοκές τόσο για ‘μένα όσο και για το μωρό. Ούτως ή άλλως είχε αποφασιστεί να γεννήσω με καισαρική, όμως η κατάσταση απαιτούσε παρακολούθηση και προσοχή.
Ο γάμος έγινε κανονικά και όταν επιστρέψαμε ο υπέρηχος έδειξε ότι αυτό που εξετάζαμε ως πιθανότητα ήταν πλέον δεδομένο: ο πλακούντας μεγάλωνε μέσα από τη μήτρα και αυτό αύξανε τον κίνδυνο αιμορραγίας για το υπόλοιπο διάστημα της εγκυμοσύνης και μέχρι τον τοκετό. Ήταν αγχωτικό, κυρίως γιατί όταν βλέπεις τους γιατρούς να ανησυχούν, όσο καλά κι αν αισθάνεσαι εσύ, μπαίνεις στη διαδικασία να προσέχεις, να παρατηρείς και να ανησυχείς για το παραμικρό. Ήλπιζαν ότι θα καταφέρω να συμπληρώσω τις 37 εβδομάδες κύησης και τώρα συζητούσαμε μήπως θα έπρεπε να προχωρήσουμε σε τοκετό ήδη από τις 35. Όσο περισσότερο περιμένεις, τόσο υψηλότερο το ρίσκο που πρέπει να πάρεις. Επίσης, έπρεπε να μπω στη διαδικασία να προετοιμαστώ για υστερεκτομή αμέσως μετά τον τοκετό… Και μετά με είχαν ενημερώσει και για όλα εκείνα τα συμπτώματα που θα έπρεπε να με βάλουν σε υποψίες και να καλέσω αμέσως τον γιατρό. Έπρεπε να είμαι έτοιμη για οποιαδήποτε διαρροή, να είμαι σε εγρήγορση με κάθε της κλωτσιά -ναι, ήταν κορίτσι- μήπως σπάσουν πρόωρα τα νερά. Και φυσικά δεν μπορείς να ξεχωρίσεις αν είσαι απλώς ιδρωμένη, αν θες να πας τουαλέτα ή αν με αυτό το γύρισμα μέσα στην κοιλιά σου, έσπασαν τα νερά και πρέπει σε λίγα λεπτά να είσαι στο νοσοκομείο.
Μέσα σε όλο αυτό, η τελευταία εξέταση καμπύλης σακχάρου βγήκε… οριακή. Από εδώ και κάτω θα έπρεπε να ελέγχω καθημερινά τις τιμές, να τρυπιέμαι και ξανατρυπιέμαι με το ειδικό μηχάνημα και φυσικά να προσέχω ακόμη περισσότερο τι τρώω. Πλέον ήμουν σε μια κατάσταση τύπου “τι άλλο μπορεί να συμβεί;”.
Στον υπέρηχο που έκανα όταν έφτασα τις 32 εβδομάδες κύησης, σιωπή απλώθηκε στο εξεταστήριο. Βρήκαν την πίεση μου πολύ υψηλή και εγώ ήμουν ήδη σε μία κατάσταση “ελάτε, πείτε το μου, τώρα αντιμετωπίζω και τον κίνδυνο της προεκλαμψίας”. Όμως, το θέμα δεν ήταν εκεί. Το μωρό έδειχνε να μην αναπτύσσεται και το αμνιακό υγρό έμοιαζε να μην του αρκεί. Με έστειλαν επειγόντως στο νοσοκομείο. Ο άντρας μου εκείνη τη μέρα επέστρεφε από το ταξίδι, οπότε έπρεπε να πάω μόνη μου για να με ενημερώσουν αρκετές ώρες μετά ότι η αρτηριακή πίεση μου είχε σταθεροποιηθεί, όχι όμως και το θέμα της ομαλής ανάπτυξης του μωρού. Είχα τρεις επιλογές: ή να γεννήσω άμεσα, ή να επιστρέψω σπίτι και να περάσω τις επόμενες τρεις εβδομάδες ξαπλωμένη στο κρεβάτι ή να μου κάνουν εισαγωγή στο νοσοκομείο, ώστε να συμπληρώσω εκεί το όριο των 35 εβδομάδων.
Η ομάδα γιατρών τελικά αποφάσισε να με στείλει σπίτι, όμως, ένας από αυτούς είχε διαφορετική γνώμη. Ήθελε να γεννήσω άμεσα, κι όταν λέμε άμεσα μέσα σε 24 ώρες. Ήταν κατηγορηματικός στο ότι θα υπάρξουν επιπλοκές. Αποφάσισα να ακούσω αυτόν. Από εκεί που ήμουν εξοντωμένη, τρομοκρατημένη, πλέον ήμουν αποφασισμένη ότι έρχεται και όλα θα πάνε καλά. Ο άντρας μου είχε επιστρέψει, οπότε δεν ένιωθα πλέον και τόσο μόνη.
Δεν γέννησα σε μία συνηθισμένη αίθουσα τοκετού, αλλά σε μία αίθουσα χειρουργείου, παρουσία 22 ανθρώπων. Ήταν όλοι έτοιμοι για παν ενδεχόμενο και ο αναισθησιολόγος που μου είπε ότι καλό θα ήταν να τον κοιτάω. “Αν είμαι εγώ ψύχραιμος, θα είσαι κι εσύ. Κράτα την οπτική επαφή μαζί μου”, μου είπε. Χειρουργοί, νοσοκόμοι, γιατροί ήταν όλοι σε συναγερμό. Όταν ολοκλήρωσαν την καισαρική και μου την έδειξαν όλα έμοιαζαν τέλεια πάνω της, απλώς ήταν μικροσκοπική, μόλις 900 γραμμάρια. Τώρα αυτό ήταν το ένα ανησυχητικό της υπόθεσης και το άλλο ήμουν εγώ. Την πήραν για να τη φροντίσουν και εστίασαν σε ‘μένα.
Όταν ο γιατρός διαπίστωσε ότι ο πλακούντας είχε βγει κανονικά, χωρίς να δημιουργήσει επιπλοκές στη μήτρα, ξέραμε ότι το χειρότερο είχε περάσει. Η μικρή έμεινε σε θερμοκοιτίδα για περίπου 5 εβδομάδες. Ήταν δυνατή και υγιής, όμως μικροσκοπική ακόμη. Δεν ξέραμε πού να τη βάλουμε. Όλα έδειχναν παράταιρα για το μέγεθος της. Όμως, ήμασταν ευγνώμονες που όλα πήγαν καλά.
Πώς είναι, λοιπόν, το να είσαι “μεγάλη για μαμά”; Δεν ξέρω άλλο τρόπο να το πω, γι’ αυτό θα πω ότι είναι αυτό που είναι. Σίγουρα έχεις μεγαλύτερες αντοχές, μεγαλύτερη υπομονή και σχεδόν γελούσα όταν θυμόμουν τι δεν πήγε καλά με ανθρώπους που έκαναν παιδί σε νεαρή ή έστω μικρότερη ηλικία.
Τώρα είναι 3 και είμαι 48 ετών και για να είμαι ειλικρινής κάποτε -ναι- νιώθω μεγάλη. Όμως, η υπομονή μου είναι εκεί, παρούσα. Και αυτό με βοηθάει να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της ακόμη καλύτερα. Όπως και η συμβουλή της μητέρας μου να κάνω αυτό που ξέρω και όχι αυτό που μου λένε οι άλλοι γύρω μου».
lifo.gr